Alfredo Ragona |
To 1987 ο Νίκος Αναστόπουλος πήρε μεταγραφή στην Avellino, με την οποία αγωνίστηκε στη Serie A τη σεζόν 1987-88. Ήταν μια εντυπωσιακή μετακίνηση, διότι οι Έλληνες που είχαν παίξει στο εξωτερικό, και μάλιστα σε μεγάλα πρωταθλήματα, ήταν απειροελάχιστοι. Τότε δεν επιτρεπόταν η αθρόα μετακίνηση και κάθε ομάδα είχε δύο ή το πολύ τρεις ξένους. Κι όμως δεν ήταν ο πρώτος Έλληνας που έπαιξε στην Ιταλία. Τέσσερις δεκαετίες ενωρίτερα ένας Ελληνοϊταλός από την Κέρκυρα, ο Alfredo Ragona, είχε κάνει καριέρα στη Serie A και σε μικρότερες κατηγορίες, με την Bari, τη Napoli, την Cosenza και την Brindisi. Ας δούμε την ιστορία του.
Η ιταλική κοινότητα της Κέρκυρας
Ο Alfredo Ragona ή Αραγκόνα, όπως τον αναφέρουν κάποιες ιστοσελίδες, γεννήθηκε στην Κέρκυρα τον Δεκέμβρη του 1922. Την εποχή εκείνη υπήρχε μια ευάριθμη ιταλική κοινότητα στο νησί των Φαιάκων, η οποία την περίοδο του μεσοπολέμου αριθμούσε περίπου 1.500 άτομα. Ήταν απόγονοι οικογενειών που είχαν καταφύγει στο νησί στα τέλη του 19ου αιώνα για οικονομικούς λόγους. Κυρίως αγρότες και ψαράδες από την επαρχία της Απουλίας, τη ΝΑ χερσόνησο του ιταλικού νότου που είναι ακριβώς απέναντι από την Κέρκυρα, οι οποίοι γνώρισαν οικονομική καταστροφή, όταν έμεινε απούλητη η παραγωγή τους και βρέθηκαν σε αδιέξοδο. Εκατομμύρια κόσμος έφυγαν τότε για τις ΗΠΑ και αλλού. Κάποιοι επέλεξαν την Κέρκυρα είτε διότι βρισκόταν κοντά στον τόπο της προέλευσής τους είτε διότι στο νησί είχαν γνωστούς ή συγγενείς που είχαν εγκατασταθεί παλιότερα. Ένας ακόμα λόγος που επέλεξαν την Κέρκυρα ήταν πιθανόν η Γκρεκάνικη προέλευσή τους, από το Σαλέντο και τα χωριά της Καλαβρίας, όπου ζούσαν απόγονοι αρχαίων και μεσαιωνικών ελληνορωμαϊκών πληθυσμών, με ελληνοϊταλική κουλτούρα και γλώσσα.
Επίσης, στην Κέρκυρα είχαν ξεμείνει λίγοι Ιταλοί από τα χρόνια της ενετικής διοίκησης, καθώς και κάποιοι που είχαν καταφύγει εκεί για πολιτικούς λόγους: κομμουνάροι επαναστάτες του 1848, οπαδοί του Γαριβάλδη κλπ. Με τον ερχομό των οικονομικών μεταναστών μετά το 1890, ο αριθμός τους αυξήθηκε πολύ: 1.000 άτομα απογράφηκαν το 1928 και 1.500 το 1940. Οι Ιταλιάνοι της Κέρκυρας δεν κατοικούσαν σε ξεχωριστή συνοικία. Ζούσαν διάσπαρτοι στην πόλη, μιλούσαν ελληνικά, είχαν ενταχθεί στον τοπικό κοινωνικό ιστό και ασκούσαν λαϊκά επαγγέλματα: ψαράδες, αγρότες, εργάτες, τεχνίτες, μικρομάγαζα. Συμβίωναν αρμονικά με το ελληνικό στοιχείο ενώ υπήρχαν και μικτές οικογένειες. Όμως, δεν είχαν αφομοιωθεί. Διατηρούσαν δεσμούς με συγγενείς τους στην Ιταλία και με την καθολική εκκλησία, ενώ κάποιοι δεν είχαν καν ελληνική υπηκοότητα. Μετά την επικράτηση του Μουσολίνι χρησιμοποιήθηκαν, έκοντες-άκοντες, ως δούρειος ίππος για τις επεκτατικές βλέψεις του φασίστα δικτάτορα.
Η Ιταλική Σχολή Κέρκυρας |
Σε μια τέτοια οικογένεια ανήκε και ο Ραγκόνα ή Αραγκόνα, με το μεσαιωνικής προέλευσης επώνυμο, χωρίς να είναι γνωστές λεπτομέρειες. Μεγάλωσε στην Κέρκυρα, σίγουρα φοίτησε σε κάποιο από τα ιταλικά σχολεία της πόλης, τα οποία μαζί με τους λατίνους πάστορες αποτελούσαν την αιχμή του δόρατος της φασιστικής προπαγάνδας του Ντούτσε. Λογικά θα είχε φιλοξενηθεί σε κάποια κατασκήνωση της φασιστικής νεολαίας στην Ιταλία, όπου στέλνονταν όλοι οι μαθητές τα καλοκαίρια για να ενισχυθεί η ιταλικότητά τους, χωρίς αυτό να σημαίνει πως ήταν και ιδεολογικά ταυτισμένος με τους φασίστες. Μην ξεχνάμε πως την ίδια εποχή οι Έλληνες μαθητές ήταν υποχρεωτικά μέλη της μεταξικής ΕΟΝ.
Σε αυτή τη θολή εποχή μεγάλωσε ο Ραγκόνα. Η ιταλική κατοχή από το 1941 χειροτέρεψε τα πράγματα. Με την προπαγάνδα που είχε προηγηθεί, η ιταλική κοινότητα αποτέλεσε προνομιακό χώρο για τη στήριξη του κατοχικού καθεστώτος ενώ η εγγραφή των μελών της στο φασιστικό κόμμα ήταν υποχρεωτική. Αν και δεν υπηρέτησαν όλοι συνειδητά τους κατακτητές, εν τούτοις δεν βίωσαν την πείνα του υπόλοιπου λαού του νησιού, κάτι που διέρρηξε τους δεσμούς που είχαν με τους αυτόχθονες. Μετά τη λήξη του πολέμου θεωρήθηκαν ανεπιθύμητοι κι εκδιώχθηκαν από την Κέρκυρα· αρχικά μόνο όσοι διέπραξαν εγκλήματα κι έπειτα και «τα λοιπά μέλη της ιταλικής παροικίας προς αποφυγή αυτοδικιών και αντεκδικήσεων». Μεταπολεμικά κάποιοι υπέβαλαν αιτήματα επαναπατρισμού αλλά δεν έγιναν δεκτά.
Κάπως έτσι το 1945, μαζί με 900 μέλη της κερκυραϊκής ιταλικής κοινότητας, ο Αλφρέντο Ραγκόνα βρέθηκε στο Μπάρι σε αναζήτηση τύχης.
Με την Bari στη Serie A (1946-47)
Ο Ραγκόνα είναι 23 ετών κι ένα από τα προσόντα του είναι πως παίζει ποδόσφαιρο. Είναι δυνατός, γρήγορος και αγωνίζεται ως επιθετικός. Tον προσεγγίζει η Bari, η οποία τον εντάσσει στο ρόστερ της για τη σεζόν 1946-47. Προφανώς, ο κορφιάτης φορ είχε σχετική προϋπηρεσία στην Κέρκυρα αλλιώς δεν ήταν δυνατόν να επιλεγεί από μια ομάδα της Serie A. Αλλά σε ποια ομάδα έπαιζε στο νησί, δεν είναι γνωστό. Το ‘Liberi di Corfu’ («Ελεύθερη Κέρκυρα» ή «Ελευθερία Κέρκυρας») που αναφέρει μια ιστοσελίδα δεν είναι ξεκάθαρο αν αφορά ιταλικό(;) ποδοσφαιρικό σωματείο της Κέρκυρας ή κάτι διαφορετικό.
Οι ‘πετεινοί’ της πρωτεύουσας της Απουλίας δεν ήταν τυχαία ομάδα. Ήταν δευτεραθλητές του νοτίου ομίλου του πρώτου μεταπολεμικού πρωταθλήματος 1945-46 και είχαν υψηλές βλέψεις για τη σεζόν 1946-47 που καθιερώθηκε ενιαίος όμιλος για τη Serie A. Ο Ραγκόνα δυσκολεύται να βρει θέση στην ενδεκάδα, σε μια εποχή που δεν γίνονταν αλλαγές. Τη δεύτερη αγωνιστική, ο προπονητής του εμπιστεύεται το νούμερο 9, στο νικηφόρο 1-0 εκτός έδρας επί της πολύ δυνατής Modena (τριταθλήτριας της σεζόν), από όπου και η μοναδική φωτογραφία του που έχουμε. Είναι 29 Σεπτέμβρη 1946 και γίνεται ο πρώτος ελληνογεννημένος που παίζει στο Campionato και μάλιστα στη Serie A.
Ο Ragona, όρθιος τρίτος από δεξιά, πανηγυρίζει μετά την εκτός έδρας νίκη της Bari επί της Modena |
Αλλά η επόμενη παρουσία του θα αργήσει πολύ. Θα αγωνιστεί μόνο άλλες τρεις φορές, όλες στον β΄ γύρο. Την 22η αγωνιστική (2.3.1947), για πρώτη φορά στο Stadio della Vittoria, την έδρα της Bari, στο ισόπαλο 0-0 με την υποψήφια για υποβιβασμό Brescia, την 23η (9.3.1947) στην εκτός έδρας ήττα 0-1 από τη δυνατή Vicenza και την 33η (1.6.1947) στην εντός έδρας νίκη 2-0 επί της ουραγού Triestina. Αυτές οι τέσσερις συμμετοχές έμελλε να είναι οι μοναδικές Έλληνα παίκτη στη Serie A για 40 χρόνια, ως το 1987 που έπαιξε με την Avellino ο Αναστόπουλος.
Οι Biancorossi θα τερματίσουν στην 7η θέση, με 38β (16-6-16) και 33-48 γκολ. Είναι μια αρκετά καλή κατάταξη, ψηλότερα από ομάδες όπως η Ίντερ, η Νάπολι, η Φιορεντίνα, η Τζένοα, η Λάτσιο και η Ρόμα, αλλά τα 33 γκολ στο ενεργητικό τους αποτελούν την 2η χειρότερη επίθεση της κατηγορίας, μετά από τα 32 της τελευταίας Τριεστίνα. Αυτές οι δύο ήταν οι μόνες ομάδες που πέτυχαν λιγότερα από 40 γκολ. Προφανώς η επιθετική γραμμή ήθελε ενίσχυση. Ο Ραγκόνα κρίνεται ανεπαρκής τόσο ως σέντερ φορ (νο9) όσο και ως δεξί εξτρέμ (νο7) που δοκιμάστηκε. Παρά το ό,τι ήταν δυνατός, υπερδραστήριος, γύριζε πίσω να πάρει την μπάλα κι έφευγε με φόρα προς την αντίπαλη εστία, ήταν άτεχνος, αδέξιος, με κακό κοντρόλ, μειονεκτήματα που δεν μπόρεσε να βελτιώσει. Επιπλέον δεν σκόραρε ούτε μια φορά, στις τέσσερις ευκαιρίες που του δόθηκαν.
Με την Cosenza στις Serie Β (1947-48) και Serie C (1948-49)
Αναγκαστικά συνέχισε σε μια ομάδα της Serie B, μια κατηγορία όπου δεν κυριαρχεί η τέχνη αλλά το πάθος και η δύναμη, προσόντα που τα είχε με το παραπάνω. Μετακινείται στην Cosenza, όπου καθιερώνεται και γίνεται ο βασικός σκόρερ της ομάδας, με 8 γκολ σε 31 ματς. Η ομάδα της Καλαβρίας με 33β (12-9-13) και 38-48 γκολ, τερματίζει στη 10η θέση μεταξύ των 18 ομάδων του Γ΄ ομίλου αλλά υποβιβάζεται καθώς την επόμενη σεζόν οι ομάδες της κατηγορίας μειώνονται ώστε να δημιουργηθεί ένας όμιλος στη Serie B.
Ο Ραγκόνα παραμένει στους Rossoblù και στη Serie C. Κάνει ένα ακόμα καλύτερο πρωτάθλημα, με 11 γκολ σε 31 ματς και οι τιφόζι στο Stadio Citta di Cosenza τον αποθεώνουν. Με 35β (14-7-13) και 51-53 γκολ η Cosenza τερματίζει στην 5η θέση μεταξύ των 18 ομάδων του Δ΄ ομίλου. Έχει την τρίτη καλύτερη επίθεση του ομίλου, με τη βοήθεια και του Ραγκόνα, του οποίου η φήμη απογειώνεται και τον ζητά η Napoli.
Πρωταθλητής της Serie Β (1949-50) με τη Napoli
Οι Ναπολιτάνοι στοχεύουν την άνοδο και έχουν υψηλές απαιτήσεις. Tις πρώτες πέντε αγωνιστικές ο κόουτς Eraldo Monzeglio εμπιστεύεται στον Ragona τη θέση του σέντερ-φορ. Η ομάδα ξεκινά με δυο νίκες επί των αδύναμων Pro Sesto 4-0 και Prato 3-1 κι ένα απρόσμενο 2-2 εκτός έδρας με την επίσης αδύναμη Alessandria, τρεις ομάδες που τελικά θα υποβιβαστούν. Αλλά την 4η αγωνιστική κάνει μια ανεπιθύμητη ήττα 3-2 από την διεκδικήτρια του τίτλου Udinese, τη μοναδική του α΄ γύρου. Ακολουθεί ένα εκτός έδρας 0-0 με την επίσης ισχυρή Modena, οπότε ο κόουτς αλλάζει τακτική. Ο άσφαιρος επί πέντε ματς Ragona παραμερίζεται καθώς αποδεικνύεται λίγος για τις ανάγκες των Partenopei. Όταν ανέβηκε κατηγορία φάνηκαν ξανά τα παλιά του ελαττώματα: αδεξιότητα και αστοχία.
Θα κληθεί να βοηθήσει την ομάδα άλλη μια φορά, την 15η αγωνιστική (11.12.1949), στο εκτός έδρας 0-0 με την Siracusa, ως δεξί εξτρέμ (νο7). Αυτή θα είναι η έκτη και τελευταία του συμμετοχή στη Serie B, αν και σε κάποιο σάιτ της Νάπολι αναφέρεται πως είχε 11 ματς με την ομάδα, χωρίς αυτό να επιβεβαιώνεται από τα επίσημα στοιχεία. Πιθανόν οι πέντε επιπλέον εμφανίσεις αφορούν φιλικά ματς ή αγώνες σε κάποιο τουρνουά, όχι πάντως στο κύπελλο που δεν διεξαγόταν τότε.
Στο τέλος της σεζόν θα πανηγυρίσει στο Stadio del Vomero την κατάκτηση του τίτλου από τους Azzurri, με 61β (27-7-8) και 76-34 γκολ, που θα σημάνει την επιστροφή τους στη Serie A. Αλλά ο ίδιος, στα 28 του χρόνια πλέον, αντιλαμβάνεται πως δεν έχει μέλλον ούτε στη Serie B, η οποία μετά την καθιέρωση του ενιαίου ομίλου είναι πιο απαιτητική από ό,τι παλιότερα.
Από την ιστοσελίδα 'football-Napoli' |
Επιστροφή στη Serie C με την Brindisi (1950-1952)
Αποφασίζει να επιστρέψει στην αγαπημένη του Απουλία, στην ομάδα του Brindisi, με την οποία θα αγωνιστεί για δύο ακόμα σεζόν στον Δ΄ όμιλο της Serie C. Η ομάδα θα τερματίσει στην 8η θέση το 1950-51 με 36β (14-8-14) και 44-56 γκολ και στην 7η θέση το 1951-52 με 35β (12-11-11) και 43-42 γκολ. Τα προσωπικά του ρεκόρ δεν είναι γνωστά, αλλά σίγουρα θα είχε συμμετοχές και γκολ σε μια κατηγορία που του ταίριαζε απόλυτα. Παρά την 7η θέση το 1952 η Brindizi υποβιβάζεται καθώς οι όμιλοι της κατηγορίας μειώνονται από τέσσερις σε έναν. Μαζί με τον υποβιβασμό της ομάδας του λιμανιού της Αδριατικής, μάλλον τελείωσε και η ποδοσφαιρική καριέρα του 30χρονου πλέον Ragona. Αν συνέχισε στη Serie D και ποια ήταν η μετέπειτα ζωή του δεν κατάφερα να το ανακαλύψω.
Μισόν αιώνα αργότερα οι Έλληνες θα αρχίσουν να κατακτούν το Campionato. Το 1987 ο Νίκος Αναστόπουλος στην Αβελίνο, το 1994 ο Ελληνοαμερικανός Αλέξι Λάλας στην Πάντοβα, το 1996 ο Λάμπρος Χούτος στη Ρόμα, το 1999 ο Γρηγόρης Γεωργάτος στην Ίντερ, το 2001 ο Τραϊανός Δέλλας στην Περούτζια, το 2003 ο Γιώργος Καραγκούνης στην Ίντερ, το 2004 ο Θοδωρής Ζαγοράκης στην Μπολόνια και αργότερα άλλοι πολλοί. Αλλά την πρωτιά θα την έχει πάντα ο Ελληνοϊταλός Κερκυραίος Αλφρέντο Ραγκόνα.
Θ. Μπελίτσος, 1.8.2023
Πηγές:
[1] Σπύρος Ιωνάς, “Ιταλοί της Κέρκυρας: Εγκατάσταση κι εκδίωξη”, Corfu History.
[2] “Greek Players in Italy”, RSSSF.
[3] “O πρώτος Έλληνας ποδοσφαιριστής που έπαιξε στο Campionato και στη Serie A ήταν Κερκυραίος", 20.4.2017.
[4] “Calcio Serie A”
[5] “Alfredo Ragona” στο football-napoli.net.
[6] Wikipedia, διάφορα λήμματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου